<$BlogRSDUrl$>

21.4.07

Σημειώσεις ΙΙ. 

ή
πώς γράφονται οι στίχοι (σεμινάριο δημιουργικής γραφής).





Από επιστολή του Διονυσίου Σολωμού στον Λουδοβίκο Στράνη:




[Ζάκυνθος, 8 Ιουνίου 1825]

Ένας από τους τρεις πίνακες που υπάρχουν στο δωμάτιο όπου μελετώ, με βοήθησε να κάνω μιαν ανακάλυψη (που μπορεί να θεωρηθεί κωμική για τον τρόπο που την έκαμα) για τη στάση που παίρνω τη στιγμή που φτιάχνω στίχους όρθιος... Τριγύριζα στο δωμάτιο με τα μάτια χαμηλωμένα, έπειτα τα ύψωνα ως τη μέση (όποιος θέλει να επιδειχθεί κοιτάζει πιο ψηλά, και τα στριφογυρίζει). Ίσως θα κοίταζα λίγο πιο ψηλά, αλλά η οροφή και ένας πίνακας (και αυτό με έκαμε να προσέξω τη στάση μου) που παρίστανε έναν άνθρωπο που η φυσιογνωμία του είχε αποτυπωθεί στη σκέψη μου, με απέσπασε από τη δουλειά μου: στρέφομαι σε άλλη κατεύθυνση και ύστερα από λίγα βήματα να με πάλι με τα μάτια στη μέση του τοίχου, προσηλωμένα στο πρόσωπο που απεικονιζόταν στον πίνακα: η περούκα του, τα μεγάλα μάτια του με τα κόκκινα βλέφαρα, η βλακώδης σοβαρότητα της φυσιογνωμίας του, δεν ήταν πράγματα άγνωστα για μένα, και για να μου λείψει κάθε αμφιβολία, πλησιάζω και διαβάζω: "Στον ευγενή κύριο Εμμανουήλ κόντε Κουιρίνο".

Θυμήθηκα τότε ότι είχα δει αυτόν το γέρο, που ο καημένος ήταν ξεκουτιασμένος, στο σπίτι του Φραγκόπουλου, όπου του καθάριζαν σπόρους κουκουναριού και τους έβαζαν σ' ένα μικρό τραπεζάκι κοντά του: και ο καημένος ο γέρος άπλωνε κάθε τόσο το χέρι του με το μπαμπακερό γάντι, που "πάλαι ποτέ" ήταν άσπρο, και τους έπαιρνε· και με τα μάτια στη μέση του τοίχου κι αυτός, τους έτρωγε μέσα σε άγια γαλήνη. Θέλησα να του ταράξω τη γαλήνη αυτή για μια στιγμή και, καθώς είχε αλλού το μυαλό του, τους έφαγα. Αυτός, απλώνοντας το χέρι και μη βρίσκοντας πια τίποτε, άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Η στάση λοιπόν είναι αυτή: τα μάτια προς τη γη, έπειτα στη μέση των τοίχων, ξανά στη γη, και έπειτα στροφή προς τα πίσω.

[Η επιστολή γράφτηκε στα ιταλικά και μεταφράστηκε από τον Στυλιανό Αλεξίου. Η υπογράμμιση της τελευταίας πρότασης δική μου.]

buzz it!

 

Comments:
ΧΡΟΜΙΑ ΣΑΥ ΠΟΛΛΑ ΚΑΠΤΕΝ ΚΟΥΚ, ΚΑΙ ΚΑΛΑ, ΔΗΛΑΔΗ ΤΡΟΠΑΙΟΦΌΡΑ!!!
 
Μερσί ω Γούφα, ο πιιτί ακούσιε, σοφέ αποσαθρωμένε, Τζιριγέζε άξιε, ίροα χρονικόν που δεν θα δούμε στιν τιβί, ω μαθητευομαινόμενε. Μερσί.
 
Καλημέρα σας, αγαπητέ, και πολλές ευχαριστίες για το ενδιαφέρον θέμα.

Δεν είμαι βέβαιος ότι μπορούμε ποτέ να κατανοήσουμε πώς σκέφτεται ο ποιητής ή τι κινητροδοτεί τους στίχους του. Ακόμη και αν έχουμε από τον ίδιο την προσωπική του μαρτυρία, αυτή αποτελεί κατ' ουσίαν μέρος μόνο τού ζητουμένου, που φθάνει παραμορφωτικά στην αντίληψή του, όπως ξαφνιαζόμαστε όταν πρωτακούσουμε τη φωνή μας μαγνητοφωνημένη.

Το δώρο τής ποιητικής δημιουργίας και της ειδικής χρήσης τής γλώσσας σε αυτήν δεν μπορεί να αποκωδικοποιηθεί ούτε από τον ίδιο τον ποιητή (να μας πει δηλ. τι παρατήρησε ή πώς είδε), διότι θα έπρεπε να «βγει εκτός» της γλώσσας του, για να το περιγράψει...

Ευχαριστώ για τη φιλοξενία. Ζητώ συγγνώμη για τον δασκαλίστικο σχολαστικισμό μου.
 
Πολύ καλημέρα σας. Η πρόθεση μου δεν ήταν να ασχοληθώ με τα μυστήρια της ποιητικής δημιουργίας αλλά με το (κάπως παιδικό, σκανδαλιάρικο) χιούμορ του Σολωμού. Μια απόπειρα του Διονυσίου να αστειευτεί διέκρινα στο απόσπασμα που παραθέτω. Εγώ χαμογέλασα. Δεν κατάφερα να κάνω εμφανή την πρόθεση μου. Xάρηκα όμως που επισκέπτεστε τα μέρη μας.
 
Φίλτατε, έχετε απόλυτο δίκιο. Με συγχωρείτε ότι δεν κατάλαβα τον προσανατολισμό που θελήσατε να δώσετε στο κείμενο.

Ένα ασήμαντο λαθάκι διορθώστε μόνο, αν έχετε την καλοσύνη: πάλαι ποτέ (όχι *πάλε).

Σας ευχαριστώ.
 
Ποιος ξέρει πόσα ορθογραφικά λάθη θα έχουν παρεισφρήσει σε όσα (αντί)γράφω...Απαραίτητη μια δεύτερη ματιά. Διόρθωσα το λάθος και ευχαριστώ.
 
Δημοσίευση σχολίου

This page is powered by Blogger. Isn't yours?